Κώστας Κατσουράνης

Κώστας Κατσουράνης – (2002/2006)

Ο Κώστας Κατσουράνης εκτός από εξαιρετικά ποιοτικός παίκτης, υπήρξε ένας από τους πιο πολυσύνθετους έλληνες ποδοσφαιριστές όλων των εποχών, που έγραψε την δική του ιστορία στο ελληνικό ποδόσφαιρο.
Γεννήθηκε στις 21 Ιουνίου 1979 και ξεκίνησε από το τοπικό πρωτάθλημα της Ε.Π.Σ. Αχαΐας με τη Δόξα Χαλανδρίτσας, στην Α΄ κατηγορία. Στην συνέχεια και σε ηλικία 17 ετών πήγε στην Παναχαική, με την φανέλα της οποίας αγωνίστηκε στην Α’ Εθνική για το πρωτάθλημα της σεζόν 1996/1997. Σταδιακά άρχισε να εντυπωσιάζει όλο και περισσότερο με την απόδοσή του και το 2002 Παναθηναικός, Ολυμπιακός και ΑΕΚ έδεiξαν έντονο ενδιαφέρον να τον αποκτήσουν. Τελικά ο ισχυρός άνδρας της ΑΕΚ Μάκης Ψωμιάδης αποδεικνύεται πιο αποφασιστικός και καταφέρνει και φέρνει τον ποδοσφαιριστή στην ΑΕΚ.
Κατά την περίοδο 2002/2003 ο Ντούσαν Μπάγιεβιτς το καθιερώνει στην ενδεκάδα ως αμυντικό χαφ και ο Κατσουράνης συνθέτει ένα καταπληκτικό αγωνιστικό “δίδυμο” με τον Θοδωρή Ζαγοράκη. Μάλιστα έχει εξαιρετική απόδοση στα ματς για τους ομίλους του Champions League εκείνης της σεζόν και πετυχαίνει κι ένα ιστορικό γκολ εναντίον της Ρεάλ Μαδρίτης στο Μπερναμπέου (Ρεάλ Μαδρίτης-ΑΕΚ 2-2). Επίσης για το πρωτάθλημα πετυχαίνει στην εκπνοή του αγώνα το νικητήριο γκολ εναντίον του Ολυμπιακού στην Ριζούπολη στις 9/3/2003 (ΟΣΦΠ-ΑΕΚ 1-2).
Στην ΑΕΚ συνεχίζει πολύ καλά και κατά την επόμενη σεζόν κι έρχεται η επιβράβευση από τον ομοσπονδιακό τεχνικό Ότο Ρεχάγκελ που τον καλεί στην εθνική ομάδα. Μάλιστα το καλοκαίρι του 2004 τον χρησιμοποιεί βασικό σε όλα τα ματς του Euro 2004, ο Κώστας Κατσουράνης (άλλοτε ως αμυντικός χαφ κι άλλοτε ως στόπερ) έχει φοβερή απόδοση και περνάει στα γήπεδα της Πορτογαλίας της πιο μαγικές στιγμές της καριέρας του, κατακτώντας με τα γαλανόλευκα το βαρύτιμο τρόπαιο.
Την ίδια περίοδο στην ΑΕΚ υπάρχουν έντονες διοικητικές αλλαγές με την ανάληψη της διοίκησης από την “ομάδα Νικολαίδη” και πάρα πολλοί ποιοτικοί ποδοσφαιριστές αποχωρούν. Ο Κώστας Κατσουράνης μαζί με το Νίκο Λυμπερόπουλο όμως, αποφασίζουν να μείνουν και να ηγηθούν της νέας προσπάθειας. Σίγουρα σημαντικό ρόλο στην απόφασή αυτή του Κατσουράνη παίζει και η φιλία του νέου προέδρου της ομάδας Ντέμη Νικολαίδη μαζί του, που κρατάει από την εποχή που ήταν συμπαίκτες στην ΑΕΚ. Κατά την σεζόν 2004/2005 ο Κατσουράνης κάνει πιθανώς την καλύτερη χρονιά στην καριέρα του, παίρνοντας από το “χέρι” την ομάδα και προσπαθώντας να την οδηγήσει στον τίτλο. Με τον Φερνάντο Σάντος πλέον στον πάγκο, ο διεθνής ποδοσφαιριστής κάνει τα πάντα: άμυνα, κέντρο, επίθεση. Φοβερές τοποθετήσεις αμυντικά, πολύ τρέξιμο, εξαιρετικές κάθετες πάσες και γεμίσματα και συνεχές σκοράρισμα μέσα από στημένες φάσεις (και όχι μονο), φέρνουν την ΑΕΚ πολύ κοντά στον τίτλο. Τελικά η ΑΕΚ τερμάτισε στη τρίτη θέση άλλα είχε μια πολύ ικανοποιητική σεζόν δεδομένου του ότι ξεκίνησε με τεράστια προβλήματα και χαμηλό μπάτζετ. Κατά την συγκεκριμένη σεζόν ο “Κατσούρ” πέτυχε 10 τέρματα για το πρωτάθλημα, ενώ ψηφίστηκε για τα βραβεία ΠΣΑΠ ως ο καλύτερος έλληνας ποδοσφαιριστής του πρωταθλήματος. Κατά την σεζόν 2005/2006 ο Κατσουράνης αγωνιζόμενος ως αμυντικός χαφ και ως κεντρικός χαφ συνέχισε σε παρόμοιους ρυθμούς και απότέλεσε και πάλι βασικό ηγέτη της ομάδας μαζί με το Νίκο Λυμπερόπουλο.
Το καλοκαίρι του 2006 η ΑΕΚ δέχτηκε μια αρκετά δελεαστική πρόταση από την Μπενφίκα η οποία έγινε αποδεκτή από την διοίκηση της ομάδας κι έτσι ο Κατσουράνης πήρε μεταγραφή στην ομάδα της Λισσαβώνας (ακολουθώντας κι εκεί τον Φερνάντο Σάντος). Αγωνίστηκε στην Πορτογαλία για 3 χρόνια (80 συμμετοχές και 10 γκολ στο πορτογαλικό πρωτάθλημα) κι επέστρεψε στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 2009 μετακομίζοντας στην ομάδα του Παναθηναικού. Για την μεταγραφή αυτή, άλλοι φίλοι της ΑΕΚ τα έβαλαν με τον ίδιο τον Κατσουράνη για την απόφασή του κι αλλοι με την τότε διοίκηση της ΑΕΚ (πρόεδρος ο Νίκος Θανόπουλος) που δεν προσπάθησε να ξαναφέρει τον παίκτη στην “Ένωση” (επίσης ποτέ δεν ξεκαθαρίστηκε τι ακριβώς έγινε με την ρήτρα που είχε ο παίκτης για μεταγραφή του σε άλλη ελληνική ομάδα, πλην της ΑΕΚ). Με τον ΠΑΟ κατά την πρώτη του σεζόν στην ομάδα κατέκτησε το ντάμπλ βοηθώντας άμεσα τους “πράσινους” με την απόδοσή του. Σταδιακά τα τρεξίματα και η εργατικότητα του Κατσουράνη μέσα στο γήπεδο άρχισαν να μειώνονται με αποτέλεσμα να μην είναι πλεόν ο παίκτης του παρελθόντος, αλλά από την άλλη η κλάση του και το ποδοσφαιρικό του μυαλό ήταν τέτοια, που του επέτρεπαν να μπορεί να εξακολουθεί να παίζει σε υψηλό επίπεδο στο ελληνικό πρωτάθλημα, αλλά και στην εθνική ομάδα. Τον Οκτώβριο του 2012 μένει ελεύθερος από τον Παναθηναικό και τον Ιανουάριο του 2013 μετακομίζει στον ΠΑΟΚ. Στην Θεσσαλονίκη μένει μέχρι το καλοκαίρι του 2014 βοηθώντας αρκετά με την εμπειρία του και την ποιότητά του (συχνά από την θέση του στόπερ πλέον). Το καλοκαίρι του 2014 μένει ελεύθερος κι από τον ΠΑΟΚ και τον Οκτώβριο του 2014 υπογράφει συμβόλαιο στην ινδική Πούνε FC. Τον Δεκέμβριο του 2014 (κι ενώ αρχικά “έριξε γέφυρες” για επιστροφή του στην ΑΕΚ μην έχοντας τελικά ανταπόκριση από την πλευρά των υπευθύνων της ομάδας) επέστρεψε στην Ελλάδα υπογράφοντας στην ομάδα του Ατρομήτου. Από τον Ατρόμητο αποχώρησε το καλοκαίρι του 2015 κλείνοντας ταυτόχρονα και την καριέρα του.
Με την εθνική ομάδα έγραψε μεγάλη ιστορία αφού πέρα από το Euro 2004 συμμετείχε και στο Euro 2008, στο Euro 2012, καθώς και στο Μουντιάλ 2010 και το Μουντιάλ 2014. Είχε συνολικά 116 συμμετοχές και 10 γκολ με την Εθνική και διετέλεσε κι αρχηγός της.
Γενικά ο Κώστας Κατσουράνης άφησε πολύ έντονα το “στίγμα” του στο ελληνικό ποδόσφαιρο και παρότι κατά καιρούς αμφισβητήθηκε είτε για την έλλειψη αγωνιστικότητας στο παιχνίδι του, είτε για τον έντονο χαρακτήρα του στα αποδυτήρια (κυρίως από όταν άρχισε να βαδίζει προς το τέλος της καριέρας του), είναι δεδόμένο πως πρόσφερε πολλά σε όλες τις ομάδες που αγωνίστηκε. Συνολικά στο πρωτάθλημα είχε με την ΑΕΚ 110 συμμετοχές/29 γκολ, με τον Παναθηναικό 88 συμμετοχές/18 γκολ, με τον ΠΑΟΚ 48 συμμετοχές/6 γκολ και με τον Ατρόμητο 22 συμμετοχές/3 γκολ.
Κάθε φορά πάντως που ερωτάται με ποια ομάδα δέθηκε περισσότερο στην καριέρα του, η απάντησή του είναι “με την ΑΕΚ”. Χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του το καλοκαίρι του 2014 : «Όταν τελειώσω την καριέρα μου θα είμαι AEK. Δεν είχα κανένα παράπονο από τους οπαδούς του Παναθηναϊκού ή του ΠAOK. Mου φέρθηκαν πραγματικά καλά, αλλά με τον κόσμο της AEK είχα ένα διαφορετικό δέσιμο κι έγινα AEKτζής. Oπως και η γυναίκα μου, AEK είναι… Παρότι διαδόθηκαν πολλά ψέματα για μένα ότι πρόδωσα την AEK, στο τέλος όλοι ξέρουν την αλήθεια και εισπράττω αυτήν την εκτίμηση ακόμα και στον δρόμο όταν με συναντούν Eνωσίτες».